Ό Ιερομόναχος Αμβρόσιος ( κατά κόσμον Σπυρίδων ) εκοιμήθη στις 2 Δεκεμβρίου 2006, σε ηλικία 92 ετών. Σ΄ ένα διάλογο, που είχα με τον μακαριστό γέροντα, μού διηγήθηκε ότι μετά την στρατιωτική του θητεία (Τσολιάς στην Ανακτορική φρουρά), ήθελε να πάει στο Άγιο Όρος. Δεν ήξερε, όμως, που και πώς να πάει...
Τότε, τού εμφανίστηκε ένας νέος περίπου 25 ετών και του είπε: Γνωρίζω τους τόπους, έλα μαζί μου. Έτσι και έγινε.
Ξεκίνησαν μαζί, Πήγαν στο λιμάνι, μπήκαν στο πλοίο, μου έδωσε μάλιστα και ψωμί και φάγαμε παρέα όλες τις ημέρες που ήταν μαζί μου, το όνομά του δεν μου το είπε, άλλά κι εγώ δεν τον ρώτησα. Έτσι φθάσαμε στη Δάφνη και από κει περπατώντας στο Άγιο Όρος.
Όσο ήταν μαζί μου, αισθανόμουν μεγάλη ασφάλεια. Προχωρώντας μου έδειξε την Μονή Ξηροποτάμου όπου τιμούν τους Άγίους 40 μάρτυρες. Με ρώτησε, αν ήθελα να προσκυνήσουμε και εγώ δέχτηκα. Μπήκαμε στο Ναό (καθολικό τής Μονής) και ενώ ασπαζόμουν την εικόνα, μού έλεγε ο Γέροντας, μάς περικύκλωσαν 40 νέοι άνδρες. Τότε ο νέος μου είπε, αυτοί είναι οι 40 Άγιοι Μάρτυρες και χαίρονται, γιατί θα γίνεις μοναχός. Από εκεί συνέχισαν στις Καρυές στην Ιερά Μονή Κουτλουμουσίου.
Εδώ ο νέος σταμάτησε, μου έδειξε την Ιερά Μονή και μου είπε: Εδώ, θα μείνεις, Σπύρο, καί θα γίνεις μοναχός. Θα κάνεις υπομονή και υπακοή στο γέροντα ... κι εξαφανίστηκε.
Φαίνεται ότι αυτός, ήταν ο άγγελος φύλακας, ο άγγελος Κυρίου. Ο Δόκιμος Σπυρίδων γίνεται λοιπόν μοναχός με το όνομα Χαρίτων σε ηλικία 25 ετών.
Ένα βράδυ ο ηγούμενος λέει στον μοναχό Χαρίτωνα να διαβάσει την ακολουθία τής 9ης στο νάρθηκα, εκείνος, καθώς ήταν αγράμματος, προσπάθησε να διαβάσει, άλλά είχε μεγάλη δυσκολία. Εξαγριώθηκε ο ηγούμενος τον έδιωξε λέγοντάς του να πάει στο κελί του. Το ίδιο βράδυ εμφανίστηκε ή Παναγία και σε μία μόνο νύχτα έμαθε το ψαλτήριο καί μάλιστα από μνήμης!
Κατέστη Θεοδίδακτος και θυμίζει σε όλους τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, που είχε μεγάλη δυσκολία στη μάθηση όταν ήταν παιδάκι Ή οικογένειά του τον πήγε στη Μονή και προσευχήθηκαν στην Παναγία που του υπέδειξαν να κάνει κάθε βράδυ τρεις μετάνοιες στην Παναγία και να την παρακαλεί να τον κάνει καλό μαθητή. 'Έγινε έτσι ο πρώτος μαθητής, όποτε, όμως, ξεχνούσε τις μετάνοιές του, έπαιρνε κακό βαθμό.
Ένα άλλο τώρα περιστατικό από τη ζωή του Μοναχού Χαρίτωνα, του άνθρώπου του Θεού. Καλοκαίρι στο Άγιον Όρος και ο Χαρίτων βρισκόταν στον κήπο για εργασίες. Βλέποντας μία συκιά και επειδή πεινούσε, ανέβηκε στο δένδρο, για να φάει σύκα. Στο Άγιον Όρος οι μοναχοί δεν επιτρέπεται να τρώνε τίποτε έκτός τραπέζης, γιατί θεωρείται λαθροφαγία δηλαδή σοβαρό παράπτωμα.
Έφαγε μερικά σύκα και έπεσε από το δέντρο. Βογκούσε από τους πόνους, γιατί έσπασε το πόδι του, τον έψαχναν οι άλλοι μοναχοί από το πρωί και τον βρήκαν το απόγευμα να πονάει στο περιβόλι πεσμένο κάτω. Τον έβαλαν πάνω σε μια πόρτα και τέσσερα άτομα μαζί, γιατί ήταν και σωματώδης, τον μετέφεραν στο κελί του. Διηγείται ο ίδιος ο γέροντας Αμβρόσιος, "ενώ βρισκόμουν στο κρεβάτι μου και πονούσα, απέναντι έβλεπα το παρεκκλήσι των Άγίων Αναργύρων και τους παρακάλεσα να με βοηθήσουν. Εμφανίζονται τότε δύο γιατροί με λευκές μπλούζες και προσπάθησαν να βάλουν το πόδι μου στην θέση του.
-Τράβα Κοσμά, έλεγε ο ένας, κράτα από εδώ Δαμιανέ, έλεγε ο άλλος, και σε πέντε λεπτά οι πόνοι εξαφανίστηκαν και έγινα καλά". 'Όταν οι συμμοναστές τον είδαν, δόξασαν το Θεό και τους Άγίους Αναργύρους.
Στη Ιερά Μονή Κουτλουμουσίου βρίσκονταν πέντε νέοι μοναχοί και ένας ηλικιωμένος γέροντας. Κάποιοι από αυτούς σκέφτηκαν ότι θα ήταν καλό να αλλάξουν τον γέροντα. Το έμαθε ο γέροντας και αποφασίστηκε ή απομάκρυνση των πέντε μοναχών. Συνοδεία αστυνομίας εκδιώχτηκε στην Μονή Χιλανδαρίου καί ο Χαρίτων.
Εκεί είχε πάρα πολλές δυσκολίες και πέρασε αρρώστιες, που τον ανάγκασαν να έρθει στον κόσμο. Πήγε, λοιπόν, στον Γέροντα Πορφύριο, ο οποίος τον συμβούλευσε να πάει στην ερειπωμένη Μονή Δαδιού στη Φθιώτιδα. Στην ερειπωμένη αύτη Μονή βρήκε μόνο αρουραίους, φίδια και άγρια ζώα. Ο Γέροντας Πορφύριος του υπέδειξε: Κάθισε εδώ, κάνε υπομονή και υπακοή, και ο Θεός θα σε βοηθήσει ...
Ανασύστησε την ερειπωμένη 'Ιερά Μονή, η όποία έγινε στη συνέχεια γυναικεία. Ο τότε Μητροπολίτης Φθιώτιδος Αμβρόσιος ξετίμησε τον γέροντα και τον έκανε ιερομόναχο, δίνοντάς του, μάλιστα, καί το δικό του όνομα.
Κάποτε χτύπησε το πόδι του, πήγε στο νοσοκομείο, όπου του έβαλαν πλατίνα στο γοφό. Πονούσε, όμως, πολύ...
Ο τότε Μητροπολίτης Ελβετίας Δαμασκηνός τον πήρε στην Ελβετία να τον δούνε εκεί οι γιατροί. Τον πήγε στο νοσοκομείο. Έκαναν πρώτη επέμβαση, άλλά του έβαλαν 1cm πλατίνα μεγαλύτερη με αποτέλεσμα να γίνει νέο χειρουργείο, για να μειώσουν την πλατίνα. Ενώ ετοιμαζόταν για εξιτήριο, του ζητήθηκαν γενικές εξετάσεις, τις οποίες έκανε. Βρέθηκε στον αριστερό νεφρό πέτρα μεγάλη όσο ένα πορτοκάλι, και έτσι παρέμεινε για νέα εγχείριση.
Διήγηση Γέροντα: " ενώ ήμουν μόνος στο δωμάτιο εμφανίστηκε ένας μοναχός. Βγήκαμε, λοιπόν, στο μπαλκόνι και καθίσαμε, για να μιλήσουμε. Κάπου 15 λεπτά μιλούσαμε και του είπα για τα χειρουργεία και για τον λίθο στο νεφρό. Τότε ο μοναχός μου είπε:
Είμαι ο Άγιος Νεκτάριος και ήρθα να σε ιδώ. Είμαι φιλάσθενος και παρέδωσα την ψυχή μου στο « Αρεταίειο", άντεξα τις συκοφαντίες και την ασθένεια κάνοντας υπομονή. Ο Θεός μου έδωσε χάρη μεγάλη για την υπομονή, που έκανα. Αυτά μού είπε ο Άγιος, με άγγιξε, και έφυγε...
Φεύγοντας ο Άγιος Νεκτάριος μού ήρθε διάθεση ούρησης και ούρησα σε ένα μικρό λεκανάκι. Τότε βγήκε μαζί με τα ούρα και πέτρα σε μέγεθος πορτοκαλιού. Τότε με μία χαρτοπετσέτα την πήρα και την έβαλα στο συρτάρι του κομοδίνου.Την επόμενη θα γινόταν ή εγχείριση.
Έρχεται ο Ελβετός γιατρός και μου λέει: Ετοιμάσου για το χειρουργείο. Εγώ του απάντησα ότι δεν χρειάζομαι χειρουργείο. "Άνοιξα το συρτάρι και του έδειξα την πέτρα.
Όταν την είδε, είπε ο γιατρός.
"Εσείς οι Ορθόδοξοι έχετε ζωντανή πίστη, εμείς την νοθεύσαμε". Το χειρουργείο δεν έγινε και ή πέτρα παρέμεινε στο γραφείο του Ελβετού γιατρού, για πολλά χρόνια..."
Ό Γέροντας Αμβρόσιος κοιμήθηκε την ίδια μέρα, που κοιμήθηκε ο Γέροντας Πορφύριος.
Ας έχουμε την ευχή του!
ΛΟΓΟΙ ΚΑΙ ΘΑΥΜΑΣΤΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ ΤΟΥ ΓΕΡΟΝΤΑ ΑΜΒΡΟΣΙΟΥ...
Από τα 10 εκατομμύρια Έλληνες, μόνο τα 2 εκατομμύρια θα σωθούνε, γιατί ακόμη κρατάνε...
Γιατί, είδες τί μου λες; Δεν αλλάζεις πορεία όπως είσαι, ακόμη κι΄ αν σου κόψουν το κεφάλι. Έτσι είναι καί τα 2 εκατομμύρια των Ελλήνων! Αλλά τα υπόλοιπα 8, πού τα πήρε ό λύκος και τα έπνιξε, που είναι;
Και δεν ξέρεις τί διαφθορά υπάρχει μέσα στην Ελλάδα. Μέχρι αφάνταστου βαθμού, καταστροφή ψυχική και σωματική...
Έχεις δει ποτέ τον Θεό; Να τού το ζητήσεις να Τον δεις. Ακούς;
Όταν ό άνθρωπος δεν αντέχει την πύρωση της σάρκας, πρέπει να παντρεύεται. Και όταν παντρευτεί με νόμιμο τρόπο, τότε μόνο θα είναι κοντά στον Θεό...
Για τους πονηρούς λογισμούς, όταν ήταν ήδη 80 χρονών, έλεγε...
"Κι εγώ, παιδί μου, τους έχω σ' αυτήν εδώ την ηλικία. Αλλά να τους αποδιώχνεις, να μην κάνεις συγκατάθεση. Καμιά φορά σ' ευχαριστούν στη σκέψη σου. Αλλά κι αυτό είναι ένα είδος συγκατάθεσης, μια μικρή αμαρτία. Ό λογισμός, όταν τον δεχτεί ό άνθρωπος, είναι μετά πολύ εύκολο, σαν βρεθεί ή ευκαιρία, να γίνει καί πράξη. Ό πόλεμος δεν σταματά σ' αυτή τη ζωή, γι' αυτό δεν μπορεί ό χριστιανός να λέει ότι «θα κοιμάμαι σήμερα και θα ξυπνώ αύριο», γιατί χάθηκε. Ό διάβολος ούτε κοιμάται ούτε ξυπνά. Γι' αυτό χρειάζεται να ξεκουραζόμαστε, αλλά όχι να αποξεχνιόμαστε...
Προς τούς νέους ιερείς έλεγε...
Προσέξτε τη μοιχεία και την πορνεία. 'Εκεί θέλει να σας ρίξει ό δαίμονας. Αυτός δεν ησυχάζει νύχτα και ήμερα. Μόλις σας ρίξει, θα πει: «Καλά τον έχω τώρα. Δικός μου είναι».
Για να σηκωθείς μετά, θέλει μεγάλο πνευματικό αγώνα. Είναι αδύνατο να δικαιωθεί χωρίς αγώνα, ιδιαίτερα ό Ιερέας. Θέλει νηστείες, αγρυπνίες, προσευχές. Ό αγώνας ό πνευματικός είναι διαρκής. Δεν σταματάει ούτε λεπτό. Οι λογισμοί για να φύγουν, θέλουν αγώνα. Προσέχετε νά μην πέσετε...
Δεν θα φεύγεις ποτέ απ' την Εκκλησία, αν δεν ακούσεις το "Δι' ευχών", γιατί μέχρι εκείνη την ώρα είναι όλοι οι Άγγελοι, όλοι οι Άγιοι, ό Θεός μέσα στην Εκκλησία. Με το "Δι' ευχών" ανεβαίνουν στον Ουρανό. Θα το ακούσεις, θα πάρεις αντίδωρο, και τότε θα φύγεις...
Πρέπει να έχουν Θεό τα παιδιά, αλλιώς πορεύονται στη ζωή τυφλά, σαν τα άλογα ζώα, και έχουν ανάλογες συνέπειες. Να δίνετε Θεό στα παιδιά. Και να προσέχετε, να μην εφησυχάζετε...
Στον Ουρανό έχουν πάει εκατοντάδες χιλιάδες Χριστιανοί. Αλλά αυτοί πού πήγαν εκεί πέρα ήταν παλικάρια, κράτησαν εδώ και πολέμησαν τον σατανά πρώτα, πολέμησαν τα πάθη. Γιατί έχεις μέσα σου ένα σωρό κατσίκια. Και ύστερα λες: «Είμαι Χριστιανός».
Από πού κι ως πού είσαι Χριστιανός;
Ό Χριστιανός ό καλός, προχωρεί προς την καλοσύνη, την Αγιοσύνη. Αγίασαν, και όσοι πήγαν, αλλά ήσαν άγιοι καί από εδώ. Πώς πήγαν εκεί πέρα; "Η, λέτε, ότι είναι κανένα πορτάκι ανοιχτό και μπαίνουν εκεί μέσα έτσι, χωρίς να περάσεις απ' την πύλη την ωραία, την κεντρική; Είναι λάθος να λες ότι «θα μπω στον Παράδεισο από το πορτάκι». Δεν μπαίνεις! θα δοκιμαστείς εσύ εδώ στη γη με δοκιμασίες, για να φτιάξεις τον εαυτό σου ωραίο...
Βλέπεις τί είμαι; Είμαι ένας γέρος στο κρεβάτι, πού ούτε δουλεύω ούτε μπορώ να προσφέρω τίποτα στο Μοναστήρι. Και όμως, ή Παναγία, ότι επιθυμώ μου το στέλνει. Και λεφτά μου δίνουν, και λάδια φέρνουν στο Μοναστήρι, και ότι θέλουμε. Για να δεις ότι ο Θεός είναι μεγάλος!
Ό Θεός δεν έχει άκρες. Ό Θεός με ένα χάδι διορθώνει τα πάντα.
Εάν σφάλλουμε, ό Άγγελος-φύλακας φεύγει, κάθεται πιο πέρα στενοχωρημένος. Άλλα μ' ένα «συγγνώμη», παιδί μου, όταν είναι από το βάθος της ψυχής μας, επιστρέφει.
Αυτοί πού φεύγουν την εβδομάδα των Παθών πάνε κατευθείαν επάνω.
Είναι ευλογημένος ό άνθρωπος πού πεθαίνει Σάββατο και κηδεύεται Κυριακή. Ό δρόμος για τον Παράδεισο είναι ανοιχτός...
Να προσέχετε, γιατί ό κακός στήνει παγίδες. Μη γελάτε! Είναι δίπλα μας κι εσείς δεν μπορείτε να τον δείτε... Ακούστε τί σας λέω. Μη σταματάτε να προσεύχεσθε!
Βάζει ό διάβολος τον κόσμο να αμαρτήσει, και μετά την αμαρτία τούς φοβίζει και τους κάνει να ντρέπονται να πάνε νά εξομολογηθούν...
Όποιος διαφθείρει τα παιδιά του κόσμου, πρέπει να τον κρεμάνε στην πλατεία Συντάγματος. Σ' αυτή την περίπτωση πρέπει να ισχύει ό Μωσαϊκός νόμος !
Nα κάνεις προσευχή κάθε μέρα και να λες, πέραν των άλλων: «Φύλαξε με, Θεέ μου, από την κακία των ανθρώπων».
Ό Θεός είναι δίπλα μας, θα του μιλήσεις σαν φίλο σου: «Έλα, βοήθησε με».
Όταν προσεύχεσαι, να ξέρεις ότι είσαι μπροστά στον Χριστό και την Παναγία. Να είσαι ταπεινός και να λες: «Έλα, Παναγία μου, να με βοηθήσεις να διορθωθώ».
Ή Παναγία θα σε βοηθήσει, γιατί είναι εδώ και σε ακούει.
Αν εσύ αγαπάς και δεν θέλεις να στενοχωρήσεις τη φυσική σου μάνα, φαντάσου ό Κύριος τη Μάνα Του. Τί είναι ή Παναγία; Ή Μάνα τού Δημιουργού τού κόσμου!
Θα αγαπάς λοιπόν τον Κύριο και την Παναγία. Απ' αυτούς να ζητάς, και θα σε βοηθούν. Ό Κύριος και ή Παναγία είναι εδώ κάτω, στη γη. Όχι στον θρόνο. Και βοηθούν τα παιδιά τους και όλο τον κόσμο. Ή Παναγία έχει το μισό στερέωμα του Ουρανού και την υπηρετούν και διατάζει τους Αγγέλους.
Και ένα φύλλο να σηκώσεις και να εργαστείς για την Παναγία, ό Κύριος σε αμείβει. Είναι δίκαιος ό Κύριος!
Τον Κύριο να ζητάς, όχι τους ανθρώπους. Εδώ είμαστε πάροικοι, κι΄ αλλού είναι ή πατρίδα μας...
Ό Θεός ξέρει τι κάνει με τις αρρώστιες. Αν μας δει και έχουμε κανένα πάθος, μας στέλνει μια αρρώστια για το καλό μας. Για δες τον Απόστολο Παύλο, ούτε ψωμί δεν χόρτασε. Λέμε εμείς τώρα ότι υποφέρουμε. Οι Άγιοι τράβηξαν τόσα! Μα μην παραπονιέστε...
Nα δεις ένα αυτί πού κατεβάζει ό Θεός από τον Ουρανό και ακούει την προσευχή σου, όταν δεν νοιάζεσαι για υλικά, αλλά παρακαλάς για σωτηρία ψυχών!...
Είναι καλύτερα στην εποχή μας να ξέρεις λίγους και να μιλάς σε λίγους.
Ή ζωή μας είναι ένα πέλαγος με μπουνάτσες και φουρτούνες. Πολλές οι θλίψεις και οι πειρασμοί. Μη θέλετε μόνο τη χαρά.
Οι Άγιοι πέρασαν από καμίνι. «Πάς πυρί ολισθήσεται». Ό καθένας θα ψηθεί στη φωτιά, για να μπει στον Παράδεισο. Όταν πάς στον φούρνο, ζητάς ψημένο ψωμί και όχι ζυμάρι. Το ίδιο και στον Παράδεισο ανεβαίνει ό «ψημένος» άνθρωπος...
Τα κομποσκοίνια νά είναι για προσευχή, όχι για φιγούρα, για να τα βλέπει ό κόσμος!
Είμαστε χώμα και πνεύμα. Επειδή είμαστε από χώμα, έχουμε ανάγκη να τρεφόμαστε με χώμα, τα πάντα βγαίνουν από τη γη. Όταν σπάσουμε το φράγμα του σώματος, τότε το πνεύμα δεν έχει ανάγκη από τροφή, ενώ μας τρέφει τη σάρκα ό Κύριος και δεν πεινάμε.
Εμείς οι γονείς φταίμε πού υποφέρουν τα παιδιά μας, γιατί δεν τα μαθαίνουμε να ζουν χριστιανικά κι επειδή οι γονείς δεν ζουν όπως πρέπει χριστιανικά...
Όταν βοηθάς τους γονείς σου (αυτό πρέπει να κάνει κάθε σωστός χριστιανός), και αυτοί δεν το καταλαβαίνουν και σου προκαλούν πόνο, εσύ να συνεχίσεις να τους ευεργετείς. Γιατί δεν ευεργετείς αυτούς, αλλά τον Κύριο.
Ή οικογένεια μας πρέπει να είναι παράδειγμα προς μίμηση. Να φιλοξενείς, όταν έχεις κάποιο άτομο στο σπίτι σου. Ν' αρχίσεις τη φιλοξενία και την ελεημοσύνη.
Πονώ τους παντρεμένους, διότι τις θλίψεις πού περνούν δεν τις περνούν οι μοναχοί. Το καμίνι των θλίψεων των εγγάμων είναι μεγαλύτερο από αυτό των μοναχών.
Σε Ιερέα είπε:
Εκεί κάτω στην Αθήνα πού είσαι, πάτερ, όλο τον κόσμο θα τον ευλογείς και όλο τον κόσμο θα τον σταυρώνεις, δεν θα τον διώχνεις. Μη θέλετε συνέχεια την ησυχία σας. Κάθε στιγμή να περιμένετε πώς κάτι θα συμβεί...
Προς ιερείς:
-- Όταν είστε δίκαιοι, όλοι θα σας σέβονται και θα σας ευλαβούνται, θα έρχονται όλοι να πάρουν τη συμβουλή σας. Να κάνετε πνευματική ζωή. Τα δύο τρίτα της ημέρας για τα πνευματικά, και το ένα τρίτο για το φαγητό και τις άλλες ανάγκες. Γιατί αλλιώς θλίβεται το Άγιο Πνεύμα.
Όταν πάς στην Εκκλησία, θ' ανάβεις κερί και για τον εαυτό σου, δεν θ' ανάβεις μόνο για τους άλλους.
Όσοι είναι μες στον Ουρανό προσεύχονται στον Κύριο, γιατί ή προσευχή είναι πιο δυνατή εκεί και πιο μαζεμένη, όλοι προσεύχονται.
Ν' αποφεύγετε, παιδί μου, την αμαρτία. Όταν πολεμάτε, να κοιτάζετε την εικόνα του Κυρίου και να Του λέτε:
«θέλεις να είμαι θλιμμένος; θέλεις να πορνεύω; θέλεις να θυμώνω;».
Κι Αυτός θα στέλνει τη βοήθειά Του. Να έχετε πίστη Θεού και όλα θα τα νικάτε.
ΜΙΑ ΦΟΒΕΡΗ ΕΜΠΕΙΡΙΑ... ΠΗΓΑ ΣΤΗΝ ΚΟΛΑΣΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΙΔΑ !
Κάποτε πού ήταν στην Αιδηψό καί έκανε μπάνια, ξυπνούσε άπό τίς 3 τά χαράματα καί προσευχόταν. Ενα πρωί διηγήθηκε ότι τήν προηγούμενη βραδιά τόν επισκέφθηκαν γνωστοί κεκοιμημενοι, οί όποιοι τού έδωσαν τά ονόματα τους, γιά νά προσευχηθεί.
Ενας άπό αυτούς κάθισε δίπλα του στό κρεβάτι καί ήταν τόσο παγωμένος, πού μετά έκανε 5 ώρες νά συνέλθει άπό τό ψύχος.
" Ήταν, λές καί τόν είχαν βάλει στην κατάψυξη..."
Άπό τότε έλεγε ότι θά προσευχηθεί στον Θεό, γιά νά του δείξει πώς ζουν οί δίκαιοι καί πώς ζουν οί άνθρωποι οί οποίοι πάνε στην Κόλαση, δηλαδή εκείνοι πού σώζονται καί εκείνοι πού βρίσκονται μακριά άπό τή Χάρη του Θεού.
Έπειτα άπό ένα χρόνο δυνατής προσευχής, ό Θεός του έδωσε αυτή τή δυνατότητα. Σε μία άπό τις συναντήσεις μέ πνευματικά του παιδιά στή Μονή Δαδίου (27.7.2002), ρώτησε μετά τή θεία Λειτουργία του Αγίου ενδόξου Μεγαλομάρτυρος Παντελεήμονος αν γνωρίζουν τί είναι Κόλαση. Κάποιος τού απάντησε:
-Γέροντα, γνωρίζουμε ότι ή Κόλαση, όπως διηγείται τό Ευαγγέλιο, είναι ό χώρος όπου πηγαίνουν οί άνθρωποι πού δέν αγάπησαν τόν Θεό καί δέν τήρησαν τις εντολές Του. Καί έχουμε αυτή τήν πληροφορία επίσης άπό τους Πατέρες.
-Ναί, άλλα αυτά είναι θεωρητικά, απάντησε. Έγώ θά σας πώ τήν εμπειρία πού είχα, όταν πρίν άπό λίγο καιρό μέ οδήγησε ό Άγγελος μου στις πύλες της Κολάσεως καί είδα έκεί τούς κολασμένους πώς ζουν. Καί εις άπόδειξιν αύτού, σας δείχνω τό σημάδι στό χέρι μου. Αυτό τό σημάδι τό έπαθα, όταν βρέθηκα στίς πύλες της κολάσεως.
Σάν νά έφυγε ή φωτιά άπό τόν πύρινο ποταμό καί μου δημιούργησε ένα μικρό έγκαυμα, γιά νά καταλάβω ότι αυτό τό οποίο μού συμβαίνει δέν είναι ψέματα, ούτε όραμα, ούτε ψευδαίσθηση, άλλα μιά πραγματικότητα, τήν οποία μέ βοήθησε ό Άγιος Άγγελος μου νά τή δεχτώ, νά τήν κατανοήσω καλύτερα, νά τήν πιστέψω περισσότερο, καί νά σας τή διηγηθώ...
Καί τους αφηγήθηκε πώς είδε τους ανθρώπους πού βρίσκονται στην Κόλαση, νά κολυμπούν μέσα σ' έναν πύρινο ποταμό, ενώ τό σημάδι πού απέκτησε, σάν μιά ουλή, ήταν λίγο πιό πάνω άπό τόν καρπό του.
Στή συζήτηση επάνω, είπε καί τά έξης:
- Ό κάθε άνθρωπος άπό εσάς έχει έναν Άγγελο πού τόν συνοδεύει. Αλλά προσέξτε, παιδιά, Άγγελο έχουν μόνο οί βαπτισμένοι. Οί άβάπτιστοι δέν έχουν Άγγελο φύλακα.
Τόν φύλακα Άγγελο τόν παίρνουμε τή μέρα της βαπτίσεώς μας. Άν προσευχηθείς σ' αυτόν, θά σου φανερωθεί. Αλλά έχεις καί δαίμονες δίπλα σου, νά τό ξέρεις. Νά προσέχεις!
ΑΠΟΚΑΛΥΨΕΙΣ ΤΟΥ ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΑΜΒΡΟΣΙΟΥ
Όσοι πάρουν το χάραγμα ( 666 ), δεν θα βρουν στιγμή ησυχίας!
Πρέπει ν' αποκτήσετε ισχυρή πίστη, μόνοι σας, με υπομονή, με καλοσύνη, με δικαιοσύνη. Να μη χάσουμε την πίστη! Σταθερή πίστη, και ο Θεός θα δώσει βοήθεια. Χωρίς την προσευχή, πάμε χαμένοι. Μη σκέφτεστε για το μέλλον. Είναι όλα στα χέρια του Θεού. Να διαβάζετε Πατερικά κάθε μέρα από λίγο, και ο Θεός θα φωτίζει. Ύστερα θα δυναμώνει ο νους σας.
Πήγα ένα τέταρτο στην κόλαση και νόμιζα ότι ήμουν τρεις ώρες !!!
Να μη λέμε, να πάμε «επάνω», αλλά νά πάμε «ψηλά», γιατί και επάνω καιροφυλακτεί ο πονηρός, να μας γκρεμίσει.
Μόνο όταν μπούμε στον Παράδεισο δεν κινδυνεύουμε.
Επειδή έρχονται πολύ δύσκολες μέρες για την ανθρωπότητα, ο Θεός πήρε ορισμένους ανθρώπους και τους έκανε αξιωματικούς.
Τα πράγματα θα εξελιχθούν πολύ γρήγορα. Ό διάβολος θα κυριαρχήσει. Όσοι τον πλησιάσουν, θα τους τσακίσει, θα τους συντρίψει. Φίλους αυτός δεν έχει...
Βρεθήκαμε στους έσχατους καιρούς εμείς οι ταλαίπωροι, και οι μοναχοί και κοσμικοί, αλλά ο αγώνας είναι αγώνας. Δεν θα σταματήσεις τον αγώνα ούτε δευτερόλεπτο. Αγώνας μέχρι τέλους! Και τότε ο Κύριος, πού στεφανώνει τους ανθρώπους και τους αποκατασταίνει αιώνια, Εκείνος την τελευταία ώρα θα σου χαρίσει όχι πράγματα ψεύτικα και μάταια της ζωής αυτής, αλλά θα σε κάνει άξιο να βασιλεύεις μέσα στη Βασιλεία του Θεού.
Αιώνια! Όχι για 1.000 χρόνια, για 100.000 χρόνια. Αιώνια, σημαίνει δεν θά έχει τέλος!
Άλλη τόση να είναι ή γη, μπορεί ο Θεός να τη θρέψει.
Περί αναστάσεως των σωμάτων μην αμφιβάλλετε.
Να, είμαι 90 χρόνων. Αυτό το σώμα πρέπει να λιώσει στον τάφο, για να βγει καινούριο, άφθαρτο, αιώνιο, χωρίς να αρρωσταίνει, χωρίς να πονά, χωρίς να διψά, χωρίς να ζεσταίνεται, θα είναι όπως τα αγγελικά σώματα. Αρκεί να μην πέσουμε στην αμαρτία. Ό Θεός θέλει να Του πούμε ότι μόνο γι' Αυτόν θα ζούμε. Αν μείνουμε στην αμαρτία, τότε και τα καταχθόνια είναι αιώνια. Δεν αλλάζει από κει ή κατάσταση, ή βάσανος, ή οδύνη, ο πόνος, οι φωτιές...
Εσάς, στη Θεολογική Σχολή, αυτά σας τα λένε μαλακά. Ούτε ο πατήρ Ιάκωβος Τσαλίκης, ούτε ο πατήρ Πορφύριος τα έλεγαν αυστηρά. Έτσι έπρεπε να τα πουν, να τα ακούσει ο κόσμος και να μετανοήσει.
Έρχεται ο διάβολος και με χτυπάει αλύπητα.
Μου λέει: «Μην τούς τα λες τόσο καθαρά. Άσε τους να κοιμούνται. Μην τους αφήνεις να ξυπνούν…».
Οι πεθαμένοι πού είναι σε καλή μεριά δεν μπορούν να επισκέπτονται τους ζωντανούς όποτε θέλουν. Πρέπει να πάρουν άδεια από τον Κύριο...
Ή ευχή «Κύριε, ελέησον» είναι σαν ένα σπαθί πού κόβει στα δύο τον σατανά.
Ή οικογένεια είναι Ιερή. Όποιος εγκαταλείπει την οικογένεια του, τον σύζυγο ή την σύζυγο, τα παιδιά του, τιμωρείται πολύ σκληρά από τον Θεό. Στις μεγάλες εορτές ή οικογένεια πρέπει να είναι όλοι μαζί.
Ή οικογένεια πρέπει να έχει τον ίδιο Πνευματικό.
Είδες ο Μέγας Βασίλειος; Είχε Χάρη από τον Θεό και δεν κοιμόταν καθόλου. Έζησε 49 χρόνια και είδες τι έργο έκανε;
Εγώ όμως είμαι 80 ετών και δεν είμαι ούτε το δαχτυλάκι του. Είμαι ένας ελεεινός μοναχός... Ό Θεός να με ελεήσει, γιατί πάω χαμένος.
Ξυπνώ τα βράδια να μελετώ, όπως έκανε κι αυτός, κατά τον λόγο του, και να εφαρμόσω τον λόγο του μεγάλου Αγίου. Εγώ όμως κοιμάμαι συνέχεια. Ξυπνώ πότε-πότε, κλαίω και λέω: «Κύριε, Ελέησον!». Ξανά κοιμούμαι πάλι.
Οι σημερινοί άνθρωποι δεν έρχονται προς το φως, γιατί είναι πονηρά τα έργα τους, όπως έλεγε και ο Κύριος στο Ευαγγέλιο. Και όταν πηγαίνουν να μιλήσουν με κάποιον και ν' ακούσουν λόγο Θεού, πάλι μπερδεύονται πιο πολύ, επειδή τα έργα τους είναι πονηρά...
Ξέρεις τι είναι το Άγιο Πνεύμα; Είναι εδώ πού μιλάμε, είναι έξω απ' το μυαλό σου, είναι μέσα στο μυαλό σου, είναι γύρω απ' το στόμα σου, είναι παντού. Είδες πόσο κοντά είναι ο Θεός σ' εμάς; Είναι Ζωή, είναι παντού. Οι Πατέρες λένε: «Ό Θεός είναι τόσο κοντά μας, όση ώρα θέλει ο αέρας να βγει από το στόμα μας».
Όταν ζητάτε τη βοήθεια ενός Αγίου και λέτε «Άγιε μου, βοήθα με», ο Άγιος την ίδια στιγμή πού το ζητάτε είναι δίπλα σας.
Δεν σας αφήνει να το καταλάβετε, γιατί θα ερχόσασταν σε έπαρση και μπορεί να του ζητάγατε και χαζά πράγματα. Σας προσφέρει τη βοήθεια όχι άμεσα, αλλά απαλά, σιγά, όπως ο Θεός πλησιάζει τον άνθρωπο, ώστε να μην ανέβει ο εγωισμός σας.
Θα δείτε, μέρα με τη μέρα, ότι αυτό πού ζητήσατε λύνεται και έρχεται, αν είναι για το όφελος της ψυχής σας…
Το «Πιστεύω» να το λέτε απαραιτήτως πρωί και βράδυ. Διότι έτσι ομολογούμε την πίστη μας και, ότι κι αν μας συμβεί κατά τη διάρκεια της μέρας ή της νύχτας, θα έχουμε ομολογήσει τον Κύριο.
Το "Πάτερ ημών" να το λέτε αργά, για να το καταλαβαίνετε.
Το Απόδειπνο είναι ομπρέλα προστασίας.
Να κάνετε το Απόδειπνο και τους Χαιρετισμούς.
Και είναι μεγάλη ευλογία να κάνετε το πρωί τον Όρθρο. Ή καρδιά σας να βαδίζει σύμφωνα με αυτά πού λέτε.
Όταν ο ιερέας λέει "Πρόσχωμεν τα Άγια τοις Άγίοις", είναι ή μεγαλύτερη και φοβερότερη στιγμή, γιατί τότε είναι ανοιχτοί οι Ουρανοί και για ότι παρακαλέσουμε τον Θεό, εισακουόμαστε.
Να προσεύχεσθε συνέχεια, να συνηθίζει ο νους. Και αν ακόμα συγχύζεστε, εσείς να λέτε την ευχή. Τι πιο εύκολο πράγμα; Την λες πάντοτε, εκεί πού βαδίζεις, στο λεωφορείο, παντού. Έστω και μηχανικά. Τη συνηθίζει έπειτα ο νους και προχωράς. Στην αρχή ο νους θα είναι στο Λονδίνο, αλλά υστέρα μαζεύεται. Αρκεί να μη σταματάς να τη λες.
Πώς θες να σε συγχωρήσει ο Κύριος, ενώ μέσα σου βράζει το καντήλι της μνησικακίας; Τι νομίζεις, πώς ο Κύριος δεν βλέπει τι έχεις μέσα στην ψυχή σου;
Θαυμαστά γεγονότα...
1) Κάποια φορά, ένας νέος Ιερέας πού πολύ ευλαβείτο τον Γέροντα Αμβρόσιο, όπως και τη Γερόντισσα Παρθενία, τον πήρε και επισκέφθηκαν το Μοναστήρι του Όσιου Λουκά στο Στείριο Βοιωτίας. Αφού ευχαριστήθηκαν στο προσκύνημα, ξεκίνησαν χαρούμενοι να επιστρέψουν στο Μοναστήρι του Δαδιού, ανεβαίνοντας πάλι στο βουνό ψηλά, με την προοπτική να κατεβούν στη Δαύλεια.
Στα ενδιάμεσα της διαδρομής, τούς σταμάτησε ένας γέροντας πολύ καλά ντυμένος και σεβάσμιος:
--Με συγχωρείτε πάρα πολύ, μπορείτε να με πάρετε ως τη Δαύλεια; τους ρώτησε,
--Γέροντα, τί λέτε, να τον πάρω; ρώτησε σιγά ό ιερέας τον Γέροντα.
--Μα, βέβαια, συμφώνησε αυτός.
Μπήκε μέσα ό άνθρωπος, κάθισε σεμνά στο πίσω κάθισμα και ξεκίνησαν. Στο μισό περίπου της διαδρομής, πριν φτάσουν μέχρι κάτω, ρώτησε ό Γέροντας τον ξένο:
--Δεν μου λες, γεροντάκι, έχεις ανέβει ποτέ εσύ στα βουνά εδώ πάνω;
--Πώς, βεβαίως, τα έχω επισκεφθεί, του απάντησε ό άλλος.
Όταν έφτασαν στο σημείο πού τους ζήτησε, ό ξένος άνοιξε την πόρτα, γύρισε και τους είπε:
--Να είναι ευλογημένη ή ώρα του ταξιδιού σας! Κι έφυγε.
Λίγο πιο κάτω, στράφηκε παραξενεμένος ό νέος ιερέας και είπε:
--Γέροντα, να σε ρωτήσω κάτι;
Αλλά εκείνος τον κοιτούσε.
--Δεν κατάλαβες τίποτα;
--Τί να καταλάβω, Γέροντα; Το μόνο πού μπορώ να σου πω είναι ότι ή μάνα μου, όταν έφευγα από το νησί για να σπουδάσω, πέταγε νερό στην έξοδο μου και έλεγε: «Καλό ταξίδι! Ή Παναγιά μαζί σου!» και άλλες ευχές. Άλλα αυτή τη ρήση, «Ευλογημένη ή ώρα του ταξιδιού σας», μόνο από πνευματικό μπορείς να την ακούσεις. Δεν το έχω ξανακούσει, και αυτό με παραξένεψε.
--Ά, βρε, δεν εννοούσε μόνο το ταξίδι πού θα πάμε, αλλά όλη τη διαδρομή, όλη μέρα, όλο το ταξίδι θα είναι ευλογημένο, όπου και να πάμε.
--Γέροντα, ναι, αλλά ποιός μπορεί να δώσει μια τέτοια ευχή; και μη μου πεις τί υποψιάζομαι...
--Ναι, παιδί μου, ό Άγιος Λουκάς είναι, πού πήρε τη μορφή αυτή, για να μην τρομάξεις. Ευχαριστήθηκε με την επίσκεψη μας και ήρθε να μας το δείξει εδώ.
Αλλά όταν έφτασαν στο Μοναστήρι, τον Ιερέα τον περίμενε μία ακόμη έκπληξη. Μόλις τον είδε ή Γερόντισσα Παρθενία, τον ρώτησε μ' εκείνη την παράξενη φωνή πού απέκτησε μετά την ασθένεια της:
--Τί έπαθες, μωρέ; Είδες τίποτα; Μήπως είδες τον Άγιο Λουκά και σε συνόδευσε;
2) Κάποτε η πόρτα στο κελάρι του Μοναστηρίου δεν άνοιγε. Το μεγάλο κλειδί δεν γύριζε στην κλειδαριά, κι έτσι οι μοναχές δεν μπορούσαν να μπούν μέσα για ένα απόγευμα. Την άλλη μέρα το πρωί, ένα πνευματικό παιδί τού Γέροντα ξαναπροσπάθησε, αλλά πάλι δίχως αποτέλεσμα. Οπότε πήρε το κλειδί, ανέβηκε στο κελί του και ζήτησε να το σταυρώσει. Εκείνος το πήρε στα χέρια του με φυσικότητα, προσευχήθηκε για λίγο σιωπηλά, το σταύρωσε και το έδωσε πίσω.
-- Πήγαινε ν' ανοίξεις! είπε με βεβαιότητα. Ό άνθρωπος έβαλε μετάνοια εκ νέου και κατέβηκε. Με το πού γύρισε το κλειδί, ή κλειδαριά άνοιξε αμέσως. Ωστόσο, όταν λίγο μετά την άλλαξαν και έβαλαν καινούρια, διαπίστωσαν πώς όλα ήταν σπασμένα μέσα της και λογικά δεν μπορούσε να λειτουργεί...
3) Ό Γέροντας είχε ακόμα το χάρισμα να βρίσκει νερό στο έδαφος, και μάλιστα να γνωρίζει το βάθος στο όποιο είναι και την ποιότητα του! Έκανε έναν μορφασμό με τα χείλη και τη γλώσσα σαν να το γευόταν και σου έλεγε τη γεύση του!
Είχε πει, πώς τού είχε μεταδώσει αυτή την ικανότητα ο Γέροντας Πορφύριος ακουμπώντας τον στον ώμο. Κι αυτό το πετύχαινε, είτε περπατώντας σ' ένα συγκεκριμένο μέρος και απλώνοντας προς το έδαφος το χέρι του, πού έτρεμε ολόκληρο ανεξέλεγκτα και με μεγάλη δύναμη λες και είχε εξαρθρωθεί, είτε τοποθετώντας την παλάμη του πάνω σ' ένα χάρτη, ή και σ' ένα πρόχειρο σχεδιάγραμμα.
Επίσης, μπορούσε να βρίσκει σε ποιο μέρος είχε πολλά ψάρια. Έτσι, όταν μερικοί από τη Θεσσαλονίκη τού πήγαν κάποτε ένα χάρτη, πέρασε από πάνω το χέρι του και στα σημεία οπού τρεμόπαιζε τούς αποκάλυψε ότι ήταν ψαρότοποι !
Οι άνθρωποι διαπίστωσαν αργότερα ότι όλες οι περιοχές πού έδειξε ήταν γεμάτες, αλλά και προστατευόμενες από την Ελληνική πολιτεία, οπότε απαγορεύεται το ψάρεμα. Τους φανέρωσε όχι μόνο για την περιοχή της Θεσσαλονίκης, αλλά και για όλα τα νησιά του Αιγαίου!
Ακόμη, είχε και το χάρισμα να βρίσκει τις ασθένειες κάποιου, όταν ήταν δίπλα του, αφού μόλις περνούσε ψηλά από το σώμα του ανθρώπου σαν μαγνητική τομογραφία το χέρι του, αυτό σταματούσε εκεί πού ο άλλος έπασχε, ενώ συγχρόνως παλλόταν ανάλογα με την ασθένεια και τη σοβαρότητα της, με μεγαλύτερη ή μικρότερη ένταση.
4) Ένα πνευματικό του παιδί από την Αμφίκλεια, θέλησε κάποτε ν' αλλάξει το αυτοκίνητο πού είχε, ένα Nissan παλαιάς τεχνολογίας, και να πάρει ένα καινούριο…
Πλησίαζαν Χριστούγεννα και αποφάσισε να πάει στη Λαμία μαζί με την οικογένεια του, να κάνουν και τα ψώνια τους. Σκέφτηκε όμως πρώτα ν' ανεβεί στο Μοναστήρι, να πάρει την ευχή του Γέροντα, και μετά να κάνουν το ταξίδι ( 65 χιλιόμετρα είναι το Δαδί από τη Λαμία). Τότε άκουσε τον Γέροντα να του λέει:
-- Τι να σε κάνω; Πρέπει να θυμάσαι αυτή τη μέρα…
Ό άνθρωπος δεν κατάλαβε. Έβαλε την οικογένεια του στο αυτοκίνητο, πήγαν στη Λαμία, παράγγειλαν το καινούριο όχημα, ψώνισαν και επέστρεψαν. Άλλα τότε, όταν προσπάθησε να παρκάρει στη συνηθισμένη του θέση στο σπίτι, διαπίστωσε έκπληκτος πώς ο ιμάντας του αυτοκινήτου ήταν κομμένος και πεταμένος στο έδαφος.
Δηλαδή, είχε κάνει τη διαδρομή των 65 χιλιομέτρων χωρίς αυτόν. Τούτος, ο εξωτερικός ιμάντας (κίνησης δυναμό και αντλίας νερού) εάν κοπεί, τότε δεν γυρίζει ούτε ή αντλία ούτε το δυναμό, με αποτέλεσμα να σηκώνει θερμοκρασία, αφού δεν γυρίζει ή αντλία νερού, και να μην έχει ενέργεια ή μπαταρία. Όποτε πήγε σ' ένα γνωστό του μηχανικό αυτοκινήτων και ανέφερε το γεγονός. Ό μηχανικός τού μίλησε «συνωμοτικά»:
--Μην το πεις σε άλλους αυτό, γιατί θα σε κοροϊδέψουν. Αυτό δεν γίνεται ούτε με θαύμα.
Παρ' όλα αυτά, εκείνος ρώτησε ακόμη δύο ειδικούς στα αυτοκίνητα. Και εκείνοι, όταν άκουσαν το περιστατικό, δεν το πίστεψαν. Αυτός όμως, και ή οικογένεια του πού έζησε το θαυμαστό περιστατικό γνώριζαν την αλήθεια...
5) Τον χειμώνα του 1996 επισκέφθηκαν τον Γέροντα στην Αθήνα μια μητέρα με την 3χρονη κόρη της. Ό παππούς πήρε το κορίτσι στην αγκαλιά του και άρχισε να του λέει αργά και καθαρά το «Θεοτόκε Παρθένε».
Μόλις τελείωσε, ζήτησε να το πουν μαζί. Το παιδί, κοιτώντας τον στα μάτια, άρχισε να το επαναλαμβάνει μετά από κάθε φράση του. Όταν τελείωσαν, της ζήτησε να το πει μόνη της. Και ή μικρή, πού καλά-καλά δεν μιλούσε, το απήγγειλε όλο δυνατά και καθαρά χωρίς διακοπή.
6) Υπάρχουν μαρτυρίες ανθρώπων, πού βεβαιώνουν ότι ο Γέροντας μπορούσε να παρίσταται σωματικά σε δύο μέρη συγχρόνως, ή ότι μπορούσε να μετακινείται στον χώρο δίχως να επηρεάζεται από τα καιρικά φαινόμενα, όπως να πηγαίνει από ένα μέρος σε άλλο με βροχή και απροστάτευτος, αλλά να φθάνει στον προορισμό του εντελώς στεγνός.
Στο μετόχι της Αθήνας ήταν μια μέρα ο Γέροντας, ή Γερόντισσα Παρθενία, ή αδελφή Γαλήνη ( νυν Γερόντισσα ), και άλλοι τέσσερις λαϊκοί, τρεις γυναίκες και ένας άνδρας.
Οι οικοδεσπότες, που ήταν πάντοτε πολύ φιλόξενοι, προσκάλεσαν επιμόνως τους επισκέπτες να φάνε. Είχαν λίγο κοτόπουλο και χόρτα, τα όποια όμως δεν έφταναν παρά για δύο, το πολύ τρία άτομα. Έστρωσαν το τραπέζι.
-- Ευλόγησον, Γέροντα, είπε ή Γερόντισσα Παρθενία.
Εκείνος ευλόγησε κι έπειτα ή μοναχή μοίρασε το φαγητό. Ήταν πεντανόστιμο. Όλοι έφαγαν και όλοι χόρτασαν.
Ένα παρόμοιο με το προηγούμενο συμβάν έγινε πιο παλιά, γύρω στο1970-71. Ήταν Πάσχα και στο Μοναστήρι υπήρχε πολύς κόσμος. Για φαγητό είχαν μόνο ένα αρνί και πατάτες. Αλλά οι υπηρέτες της Μονής και των ανθρώπων δεν ανησυχούσαν. Ό Γέροντας Αμβρόσιος ευλόγη¬σε την τράπεζα, έτσι το φαγητό έφτασε για όλους και περίσσεψε.
7) Όταν τον Οκτώβριο του 1999 είχαν φέρει την εικόνα της Παναγίας της Ιεροσολυμίτισσας στον Άγιο Δημήτριο Θεσσαλονίκης, μία γυναίκα προσπάθησε δύο φορές να πάει να την προσκυνήσει, όμως στάθηκε αδύνατον. Ό κόσμος ήταν πολύς και θα χρειαζόταν ώρες να το καταφέρει. Λόγω σωματικής αδυναμίας, δεν το μπόρεσε. Τηλεφώνησε στον Γέροντα και εκείνος την προέτρεψε να μη χάσει την ευκαιρία:
-- Να ξαναπάς, παιδί μου. Να, μία ώρα θα χρειαστείς να περιμένεις στη σειρά. Να πας τώρα. Είναι μεγάλη ευλογία.
Εκείνη, από υπακοή, το ξαναπροσπάθησε. Διαπίστωσε πώς ο κόσμος ήταν εξίσου πολύς, σχηματίζοντας ουρά χιλιομέτρων. Και πήγε, και περίμενε, και σε μία ώρα ακριβώς βρισκόταν μπροστά στην Εικόνα, αλλά και στο Τίμιο Ξύλο πού είχε βγει απ' την Ί. Μ. Βατοπεδίου. Προσκύνησε με μεγάλη ευλάβεια, όμως δεν μπόρεσε ποτέ να καταλάβει πώς έγινε και ο χρόνος μειώθηκε τόσο μπροστά στη μεγάλη επιθυμία της.
8) Μια Κυριακή του Θωμά (πιθανόν το 1998), με έκπληξη ή αδελφή Νεκταρία διαπίστωσε πώς το ακάνθινο στεφάνι πού είχαν τοποθετήσει στο κεφάλι του Κυρίου είχε ανθίσει. Ήταν ξεραμένο και το είχαν ήδη χρησιμοποιήσει τις δύο προηγούμενες χρονιές. Τώρα είχε βγάλει μικρά κόκκινα και πράσινα ανθάκια. Πήγε στη Γερόντισσα Παρθενία.
-- Γερόντισσα, επάνω στον Εσταυρωμένο υπάρχουν λουλουδάκια, την πληροφόρησε.
Το είδε και ο Γέροντας. Όμως, επειδή δεν του άρεσε η κοσμοσυρροή στο Μοναστήρι και ή προσέγγιση του Θείου μόνο από τα θαυμαστά και τα υπερφυσικά, είπε στις αδελφές:
-- Δείτε το, πιστέψτε το, είναι θαύμα, αλλά μην το πείτε. Δεν θέλω να έρχονται στο Μοναστήρι γι' αυτό. Να το κρατήσουμε για εμάς. Το στεφάνι έμεινε ανθισμένο για 20 μέρες περίπου.
9) Μια φορά, ο Γέροντας βρισκόταν με άλλους σ' ένα ιδιωτικό αυτοκίνητο και πήγαιναν προς την περιοχή του Διονύσου. Ανέβαιναν για προσκύνημα σε κάποιο Μοναστήρι, όταν σε μια στροφή κατέβαινε με Ιλιγγιώδη ταχύτητα από την αντίθετη πλευρά ένα αυτοκίνητο, το όποιο κατευθυνόταν επάνω τους.
Ό Γέροντας μόλις πού πρόλαβε να πει «Πανάγια, βοήθα μας!» και κάτι σαν τεράστιο χέρι τους σήκωσε όλους μαζί με το αυτοκίνητο και τους έβαλε πάλι στην άσφαλτο, σώζοντας τους από βέβαιο τρακάρισμα, από το όποιο κανείς δεν ξέρει ποιός θα ζούσε και πώς.
10) Τον Μάιο του 2005 ένα ζευγάρι πού πολύ αγαπούσε τον Γέροντα πήγαιναν προς το Μοναστήρι. Ή γυναίκα του έφερνε από τα Ιεροσόλυμα ένα σταυρό, τον όποιο της είχαν δώσει Άγιοταφίτες. Ό σύζυγος της όμως οδηγούσε με μεγάλη ταχύτητα και στην Εθνική Οδό, στο Ύψος της Θήβας, κινδύνεψαν σοβαρότατα.
Το αυτοκίνητο τους βρισκόταν ανάμεσα σε δύο νταλίκες, όταν ο άνδρας ήταν έτοιμος να προσπεράσει. Άλλα εκείνη την ώρα ανασηκώθηκε το καπό, ακούστηκε ένας θόρυβος σαν έκρηξη, ράγισε το παρμπρίζ και βούλιαξε ο ουρανός του αυτοκινήτου.
Ξαφνικά, δεν έβλεπε μπροστά του σχεδόν τίποτα. Ή γυναίκα κραύγασε «Παναγία μου!» και, χωρίς να το καταλάβουν, βρέθηκαν δεξιά. Πίσω τους ακριβώς είδαν ένα όχημα Οδικής Βοήθειας, λες και τους περίμενε. Στην καφετέρια πού ήταν κοντά, οι άνθρωποι με τους οποίους μίλησαν τούς είπαν πώς «είχαν άγιο».
Τηλεφώνησαν στο Μοναστήρι, για να πουν το γεγονός και να μην τους περιμένουν γρήγορα. Άκουσαν τότε τη μοναχή να τους λέει:
-- Ά, γι' αυτό ο Γέροντας ήταν ανήσυχος και έλεγε: «Τρέξε, Κύριε!Τρέξε, Κύριε!».
Όταν έφτιαξαν το αμάξι, πήγαν στο Μοναστήρι και διηγήθηκαν με λεπτομέρειες όσα πέρασαν. Ό Γέροντας είπε:
-- Πρόσεξε Τι θα σου πω. Όταν ξεκινάς να πηγαίνεις κάπου, θα σταυρώνεις το τιμόνι 3 φορές και θα λες: «Εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος». Δεν θα παθαίνετε τίποτα. Άκου τώρα τι έγινε.
Την ώρα πού συνέβη αυτό, εγώ το είδα. Και είδα την Υπεραγία Θεοτόκο να φεύγει απ' το Μοναστήρι, να πιάνει το τιμόνι και αυτός να σκάει. Δεν την είδες εσύ την Υπεραγία Θεοτόκο;
11) Ζούσε ακόμη ή Γερόντισσα Παρθενία, όταν ρώτησε κάποιος τον Γέροντα σχετικά με τον φοβερό πόνο πού είχε στο μάτι:
-- Γέροντα, Τι να κάνουμε με το μάτι σου;
-- Παιδί μου, του απάντησε εκείνος, ξέχασε το. Δεν θα φύγει αυτός ο πόνος και οι γιατροί δεν πρόκειται να βρουν ποτέ Τι έχω.
-- Γιατί, παππούλη;
-- Γιατί παρακάλεσα εγώ τον Κύριο να μου δώσει αυτόν τον πόνο.Του είπα: «Κύριε, εσύ τόσα έκανες για μένα. Δώσε μου έναν πόνο ανυπόφορο, να υποφέρω κι εγώ για Σένα, για χάρη Σου».
Και μου είπε ο Κύριος: «θα τον αντέξεις αυτόν τον πόνο πού θα σου δώσω;».
Του είπα: «Εάν με βοηθήσεις, για την αγάπη Σου θα τον αντέξω». Και από εκείνη τη στιγμή μου ήρθε ο πόνος αυτός..
12) Λίγο μετά την κοίμηση του αγαπημένου φίλου του, του μακαριστού Επισκόπου Σισανίου και Σιατίστης Αντωνίου, μία γυναίκα πού τους αγαπούσε πολύ και τους ευλαβείτο, ανέβηκε στη Μονή Δαδιού. Ήταν έγκυος στον 5ο μήνα και ήθελε τη συμβουλή του σχετικά με μια θεραπεία πού της είχε συστήσει ο γιατρός. Ό Γέροντας ήταν άρρωστος και κλινήρης. Της είπε:
-- Εγώ θα φύγω για το νοσοκομείο σήμερα. Εσύ θα μείνεις έως το βράδυ, για να διαβάσεις.
-- Καλά, Γέροντα, απάντησε αυτή, χωρίς να καταλαβαίνει,
Και κατέβηκε στην κουζίνα, για ν' ασχοληθεί με κάτι. Πέρασε αρκετή ώρα. Ξαφνικά, τον αισθάνθηκε ολοζώντανο δίπλα της να της λέει:
- Ανέβα επάνω, να με χαιρετίσεις. Φεύγω.
Ή γυναίκα δεν έδωσε σημασία, γιατί νόμισε ότι είναι πειρασμικό, και συνέχισε να καθαρίζει χόρτα. Όμως σε λίγο τον άκουσε ξανά:
- Παιδί μου, δεν ακούς; Ανέβα να με χαιρετίσεις.
Εκείνη έκανε πάλι να μη δώσει σημασία, όμως την τρίτη φορά ή φωνή του στ' αυτιά της ήταν επιτακτική:
- Ανέβα επάνω τώρα!
Τότε έσπευσε να τον συναντήσει. Είχε έρθει το ασθενοφόρο, τον είχαν βάλει στο φορείο και μόλις τον έβγαζαν από το κελί. Καθώς την είδε, την τράβηξε από το χέρι και τη ρώτησε:
-- Τι θέλεις;
- Τίποτα, Γέροντα.
- Τι θέλεις; επανέλαβε γνωρίζοντας τον λόγο πού ήθελε πολύ να τον δει. Τα πνευματικά του παιδιά τα πρόσεχε και τα φρόντιζε, αλλά ήθελε και να τού λένε το αίτημά τους...
- Ξέρεις, μου είπε ο γιατρός να κάνω μια συγκεκριμένη θεραπεία,αλλά εγώ φοβάμαι, απάντησε τότε αύτη.
- Θα κάνεις ότι σου είπε ο γιατρός, της είπε και φεύγοντας την ευλόγησε.
Πράγματι, έτσι έγινε. Ή γυναίκα ακολούθησε τη θεραπεία του γιατρού, αυτή ήταν επιτυχημένη, και τώρα χαίρεται στην αγκαλιά της τον μικρό της γιο.
13) Ένας νέος άντρας έζησε την ακόλουθη συγκλονιστική εμπειρία:
Ό Γέροντας ήταν βαριά άρρωστος, κοιμόταν και δεν υπήρχε ή δυνατότητα να τον δει, γιατί ήταν πολύ κουρασμένος, με αποτέλεσμα να μην τον ακούσει. Αυτός όμως, όπως είπε, είχε την «ανθρώπινη και εγωιστική ανάγκη» να πάρει την ευλογία του. Βγήκε λοιπόν από το Μοναστήρι, πήγε από την πλευρά του δρόμου πού ήταν το παράθυρο του κελιού του κλειστό, και άρχισε να προσεύχεται μες στο κρύο...
Ξαφνικά, άρχισαν να βγαίνουν ζεστές φωτεινές σφαίρες στο μέγεθος μπάλας του τένις από το παράθυρο του κελιού του, οι όποιες τον γέμιζαν ενέργεια και ζεστασιά. Ένα πούλμαν με προσκυνητές, σταματημένο πιο πάνω, έμειναν άναυδοι κοιτώντας το ανεξήγητο αυτό γεγονός. Μόλις συνήλθε από την εμπειρία και τους είδε, έφυγε συγκλονισμένος γρήγορα και διακριτικά, για να μην πάρει διαστάσεις το θέμα. "Όλο αυτό κράτησε περίπου δύο λεπτά...
14) Τον επισκέφθηκε ένας ιερέας και μία γυναίκα, την οποία ο Γέροντας είχε πολύ βοηθήσει. Μπήκαν στον θάλαμο, αλλά δεν του μίλησαν. Ή γυναίκα του άφησε μία μικρή εικόνα της Αγίας Παρασκευής πού είχε πάρει μαζί της και ξεκίνησαν να φύγουν αμέσως. Όμως πρόλαβαν να δουν τον Γέροντα, ο όποιος υποτίθεται ότι δεν είχε καμιά επαφή με το περιβάλλον, να σηκώνει το χέρι του και να τους ευλογεί. Βρισκόταν τότε στο νοσοκομείο της Λαμίας και ήταν σε καταστολή.
15) Στα θαυμαστά γεγονότα, τέλος, θα πρέπει να αναφέρουμε το γεγονός ότι ο Γέροντας ευωδίαζε. Οι μαρτυρίες γι' αυτό είναι πολλές. Το βεβαιώνουν οι μοναχές της Μονής, οι όποιες τον ζούσαν στις διάφορες στιγμές του. Αυτό μπορούσε να συμβαίνει ξαφνικά, ακόμη και όταν ήταν νηστικός επί μέρες, είτε στο Μοναστήρι είτε στο νοσοκομείο. Το στόμα του, το σώμα του, και ο χώρος γύρω ευωδίαζαν...
Αλλά και με άλλους είχε συμβεί κατ' επανάληψιν. Το ένιωθε ή γυναίκα πού έραβε τα ράσα του, μόλις τον πλησίαζε να του πάρει μέτρα. Το ένιωσε μια άγνωστη πού τον συνάντησε στον δρόμο κάτω από το μετόχι στην Αθήνα και πήγε να πάρει την ευχή του.
Το ένιωθαν πνευματικά παιδιά του πού τον βοηθούσαν ν' αλλάξει τη μουσκεμένη από τον Ιδρώτα φανέλα του, όταν βρισκόταν στα διάφορα νοσοκομεία, όπως όταν ήταν άρρωστος με ειλεό και τον θεράπευσε ο Άγιος Νεκτάριος. Αλλά και όταν κοιμήθηκε, επί όση ώρα ήταν ανοιχτό το στόμα του διαχεόταν από αυτό ευωδιά έντονη, ενώ, τέλος, κάποια από τα προσωπικά του αντικείμενα συνεχίζουν ακόμη και σήμερα να ευωδιάζουν το ίδιο έντονα.
Εδώ αξίζει να μνημονεύσουμε δύο περιστατικά πού συνέβησαν στο νοσοκομείο της Λαμίας, σε κάποια από τις τελευταίες νοσηλείες του εκεί. Το ένα άφορα μία καθαρίστρια, ή οποία έμπαινε κάθε τόσο μέσα στον θάλαμο με τη σκούπα και τη σφουγγαρίστρα. Κάποια στιγμή, αφού το έκανε και για δεύτερη μέρα, τη ρώτησε το πνευματικό παιδί πού διακονούσε τον Γέροντα αν θέλει κάτι.
-Συγγνώμη πού σας ενοχλώ, απάντησε εκείνη, αλλά έρχομαι εδώ για να αναπνεύσω. Τι μυρωδιά είναι αυτή πού έχει το δωμάτιο; Δεν την έχει κανένα άλλο. Έμπαινε μέσα, γιατί μοσχομύριζε ο θάλαμος.
Και το δεύτερο περιστατικό ήταν, όταν το ίδιο πνευματικό παιδί πού τον φρόντιζε τη νύχτα φώναξε κάποια στιγμή ένα νοσοκόμο να βοηθήσει ν' αλλάξουν τον Γέροντα, ο όποιος ήταν ιδρωμένος. Μόλις έβγαλαν τη φανέλα, του την έδωσε να μυρίσει. Ευωδίαζε.
- Τι κολόνια έχεις βάλει; ρώτησε ο άνθρωπος πού δεν ήξερε.
Του είπε να σκύψει και να μυρίσει τον κατάκοιτο Πατέρα Αμβρόσιο.
- Θέλω κι εγώ ν' αγαπήσω τον Θεό και τον ψάχνω, αλλά δεν ξέρω πώς να τον βρω, είπε συγκινημένος ο νοσηλευτής. Και άρχισε να πηγαίνει κοντά του τα βράδια. Έπειτα, πολύ σύντομα, το αποφάσισε. Άρχισε να εξομολογείται και να κοινωνά, καί όταν μάλιστα έφτασε ή ώρα, παρευρέθηκε και στην κηδεία του Γέροντα.
Το διορατικό του χάρισμα...
Το διορατικό χάρισμα είναι ή δυνατότητα πού δίνει ο Θεός σε ορισμένους ανθρώπους είτε να βλέπουν τον εσωτερικό κόσμο των άλλων, είτε να βλέπουν σε απόσταση αντικείμενα ή γεγονότα, να βλέπουν τι γίνεται πίσω από τον τοίχο, ή πίσω άπ' το βουνό...
Κι΄ αυτό, όχι μόνο επί γης σε οποιαδήποτε απόσταση και στην πιο μακρινή, αλλά και σε άλλον πλανήτη !
Τα περιστατικά πού ακολουθούν φανερώνουν ότι ο Θεός είχε δώσει αυτό το χάρισμα στον Γέροντα Αμβρόσιο.
1) Μια μέρα, ξεκίνησαν για το Μοναστήρι από την Αθήνα δύο γυναίκες. Ή μία γνώριζε τον Γέροντα. Ή άλλη τον επισκεπτόταν για πρώτη φορά Και είχε στο πορτοφόλι τις φωτογραφίες των δύο αγοριών της. Είχε τη μεγάλη επιθυμία να τις ευλογήσει ο Γέροντας. Μόλις μπήκαν στο κελί του, μετά τον χαιρετισμό γύρισε και της είπε, χωρίς άλλη κουβέντα:
- Δώσε μου, να σου σταυρώσω τα κλαδάκια σου ! ( τά παιδάκια σου )...
2) Μια Κυριακή, ο Γέροντας ήταν στο Μοναστήρι και λειτουργούσε. Από το μέρος αυτό έβλεπε τη χειροτονία σε διάκονο ενός πνευματικού του παιδιού στην Κρήτη. Και την ώρα πού τελείωνε ή χειροτονία και φώναξε ο Επίσκοπος «Άξιος!», βγήκε καί ο Γέροντας από το Ιερό, στάθηκε μπροστά στην Ωραία Πύλη Και είπε δυνατά:
- Άξιος! Άξιος! Άξιος! Οι άνθρωποι στο εκκλησίασμα ξαφνιάστηκαν, δεν ήξεραν τι να υποθέσουν, αλλά εκείνος μετά τους καθησύχασε:
Αυτή την ώρα χειροτονείται ένα δικό μου παιδί και φώναξα κι εγώ, ήταν τα λόγια του.
3) Ένας άνδρας από τη Ρόδο συνήθιζε να γονατίζει από σεβασμό, όταν επικοινωνούσε τηλεφωνικώς με τον Γέροντα. Αλλά μια μέρα πού τον είχε πάρει τηλέφωνο γιά να ζητήσει ευχή για τον ίδιο και για το παιδί του, τον άκουσε να ρωτά:
- Δεν μου λες, ποιός είναι πίσω σου, στο δεξιό μέρος; Ό άνθρωπος κοίταξε, αλλά δεν είδε κάποιον.
- Κανένας, Γέροντα.
- Κανένας, ε; Δεν είναι ο Κύριος;
Ό άλλος τότε πρόσεξε. Υπήρχε όντως στον τοίχο μία εικόνα του Κυρίου Εσταυρωμένου.
- Ναι, Γέροντα, ψέλλισε.
-Ε, άπ' Αυτόν να ζητάς την ευχή και την προστασία, και σ' Αυτόν να γονατίζεις και να προσεύχεσαι, του απάντησε από το Δαδί εκείνος, χωρίς ποτέ του νά έχει ιδεί πως είναι διαμορφωμένο το εσωτερικό του σπιτιού του.
4) Κάποτε επισκέφτηκε το Μοναστήρι μια συντροφιά από τη Χαλκίδα. Μεταξύ αυτών ήταν και μία γυναίκα, ή οποία πολύ ευλαβείτο τον Γέροντα. Κάποια στιγμή μπήκαν στο κελί του, περιγελώντας και αμφισβητώντας τον, ο άνδρας της κι ένας φίλος του. Ή γυναίκα περίμενε άπ' έξω με μεγάλη ανυπομονησία. Όπως μπήκαν, έτσι και βγήκαν. Γελούσαν και ειρωνεύονταν...
Αυτή απόρησε και μπήκε μέσα, να δεί τί είχε συμβεί. Ό Γέροντας τής είπε:
- Μη στενοχωριέσαι, παιδί μου. Ήρθαν χωρίς διάθεση. Κούτσουρα ήρθαν και κούτσουρα έφυγαν...
5) Μια μέρα τον επισκέφθηκαν τέσσερις νέοι, τρεις Έλληνες Και ένας κατά το ήμισυ Έλληνας Και κατά το άλλο ήμισυ Γάλλος. Μπήκε πρώτος στο κελί του ο ένας Έλληνας, στον όποιο ο Γέροντας είχε μεγάλη αγάπη.
- Γέροντα, ευλογείτε. Έχω έλθει με κάποιους φίλους μου. Να περάσουν;
- Όχι, να φέρεις τον Στέφανο πρώτα.
-Ποιόν Στέφανο; είπε ο άνθρωπος απορώντας και βγήκε να βεβαιωθεί. Επέστρεψε σε λίγο.
Δεν υπάρχει Στέφανος, Γέροντα.
Βρε, φέρε τον Στέφανο μέσα, έκανε χαμογελώντας ο παππούς...
Και μπήκε τελικά ο Έτιέν (έτσι λέγεται ο Στέφανος στα Γαλλικά), έμεινε για ώρα μόνος του με τον Γέροντα και βγήκε έπειτα κλαίγοντας.
- Μου ανέλυσε όλη μου τη ζωή, από τότε πού γεννήθηκα μέχρι τώρα, πρόλαβε να πει ο άνθρωπος κι απομακρύνθηκε να μείνει μόνος με τις αποκαλύψεις πού του είχαν γίνει...
6) Ήταν κάποια γυναίκα πάμφτωχη σ' ένα μικρό χωριό της Αιτωλοα-καρνανίας Και είχε τρία παιδιά. Κατάφερε να τα μεγαλώσει με απίστευτες στερήσεις και δυσκολίες, όμως με μια μοναδική αξιοπρέπεια. Ήταν η κυρα-Βασιλική.
Πέθανε παραμονή της Παναγίας του 1998. Την επόμενη μέρα, 15 Αυγούστου, το φτηνό φέρετρο με τη σορό της ήταν πάνω στην καρότσα του μικρού αγροτικού ημιφορτηγού του ιερέα και κατευθυνόταν προς το κοιμητήριο. Ακολουθούσαν μερικοί συγχωριανοί της και συζητούσαν για τα βάσανα πού είχε περάσει, όταν ξάφνου ευωδίασε ο τόπος. Ακόμη καί χιλιάδες άνθη και λουλούδια να υπήρχαν, δεν θα μύριζαν τόσο. Παραξενεύτηκαν και απόρησαν. Δεν είχαν εξήγηση.
Ανάμεσα σ' εκείνους πού τη συνόδευαν ήταν κι ένα πνευματικό παιδί του Γέροντα Αμβρόσιου, πού λίγες μέρες μετά πήγε και του ανέφερε το γεγονός. Του είπε μόνο πώς μια γυναίκα πέθανε και ευωδίασε ο τόπος. Εκείνος στην αρχή έμεινε σιωπηλός. Έπειτα μπήκε στο δωμάτιο του, έμεινε για λίγο και επέστρεψε.
- Αυτή αγίασε, απάντησε. Και ξέρεις τον λόγο; Γιατί ποτέ στη ζωή της δεν παραπονέθηκε. Τέτοιους ανθρώπους θέλει ο Θεός, για να γεμίσει τον Παράδεισο και να κάνει τη Δευτέρα Παρουσία Του. Κατάλαβες;
7) Ένας γιατρός, μετά από κάποια επίσκεψη του στο Μοναστήρι, όπου είχε ακούσει τον Γέροντα να του λέει πολλά για τη ζωή του, αναρωτιόταν αν αυτά ήταν αληθινά, ή τού τα έλεγε για ευχές... Βγήκε έξω ζαλισμένος. Συνάντησε μια μοναχή και της εξέφρασε ψιθυριστά την αμφιβολία του:
- Αδελφή, ο Γέροντας τα λέει αυτά προφητικά, ή τα λέει για να τα πει;
- Μα, τι είναι αυτά πού ακούω; αναπήδησε ξαφνιασμένη ή μοναχή.
- Συγγνώμη, αλλά καμιά φορά μπαίνει μέσα μας ή αμφιβολία, είπε αυτός και επέστρεψε σε λίγο να πάρει την ευχή του πριν φύγει.
- Γεια σου, Γέροντα, ήρθα να σε χαιρετίσω και να φύγω.
- Ποιος είσαι εσύ; τον άκουσε τότε να του λέει.
- Τι ποιός είμαι, Γέροντα; Ό γιατρός είμαι, πού μιλάγαμε πριν από λίγο, είπε ο άνθρωπος και σκέφτηκε πώς ο παππούς είναι κουρασμένος, ή πώς άρχισε να «πέφτει» Και δεν θυμάται.
- Και τι ήρθες να κάνεις εδώ; επέμενε ο Γέροντας.
- Να πάρω την ευχή σου.
-Όμως γιατί ήρθες σ' ένα Γέροντα πού τα λέει στην τύχη; είπε κοιτάζοντάς τον κατευθείαν στα μάτια. Να ξέρεις όμως πώς όσα λέω δεν είναι δικά μου αλλά Αυτός μού τα λέει. (Και του έδειξε την εικόνα του Κυρίου.) Δεν τα λέω εγώ.
8) Ό Γέροντας αγαπούσε πολύ τα παιδιά Και λυπόταν, εάν κάποιο πονούσε, ή υπήρχε περίπτωση να χαθεί...
Έτσι, όταν τον επισκέφθηκε κάποτε μια οικογένεια, γύρισε στον 12χρονο γιό και του είπε:
- Καλός είσαι. Πας στην εκκλησία;
- Πάω.
- Εξομολογείσαι;
- Εξομολογούμαι.
- Ά, καλά. 'Αλλά στα μπαράκια μην ξαναπάς.
--Μά δέν πάει, είπε ο πατέρας.
--Πώς δεν πάει; επέμενε ο Γέροντας. Έχει πάει δύο φορές κι ετοιμάζεται νά ξαναπάει. Κι όπως στράφηκε προς το παιδί, εκείνο τότε είπε με συστολή:
-Έ... Γέροντα, με πήγαν, εγώ δεν...
- Όποτε άρχισε αυτός να τους νουθετεί και να λέει για τα νυχτερινά κέντρα, πώς είναι ο τόπος ταφής των νέων...
«Εκεί ο διάβολος είναι ακράτητος και σκορπά τόν θάνατο», τόνισε χαρακτηριστικά...
9) Κάποια γυναίκα στο Ηράκλειο της Κρήτης εξομολογείτο στον Πνευματικό της και συχνά του εξέφραζε μια μεγάλη επιθυμία:
- Πώς θα γίνει, πάτερ, ν' αγαπήσω τον πλησίον μου, όπως τον εαυτό μου; Αυτό είναι δύσκολο πράγμα. Προσπαθώ, αλλά δεν τα καταφέρνω.
Και εκείνος τη συμβούλευε σχετικά για τον τρόπο πού έπρεπε ν' ακολουθήσει, ώστε να φτάσει σ' αυτό το σημείο.
Αλλά μια φορά, πού είχε πάει με τον άντρα της και τον αδελφό της στο Δαδί, αφού είδαν τον Γέροντα, μίλησαν αρκετά και ήρθε η ώρα να φύγουν, τον άκουσε να την αποχαιρετά, σχεδόν στο αυτί, με τα έξης λόγια:
- Άντε, και σου εύχομαι ο Θεός να σε βοηθήσει ν' αγαπήσεις τον πλησίον σου, όπως τον εαυτό σου...
10) Ένα πούλμαν με εκδρομείς κατευθυνόταν προς τις κατασκηνώσεις του Παρνασσού.
Περνώντας από τη Μονή Δαδιού, έκαναν μια σύντομη στάση και εκεί συνάντησαν τον Γέροντα.
Αφού προσκύνησαν την Παναγία, τον πλησίασαν κι εκείνος τους μίλησε.
Επέμενε πολύ στη μετάνοια, στην εξομολόγηση, και στη θεία Κοινωνία.
Κάποιος όμως άπ' τους επισκέπτες άρχισε να βρίζει τους ιερείς Και να λέει μεταξύ άλλων:
- Εσείς οι παπάδες πρέπει να εξομολογείστε και να μετανοείτε, πού κάνετε τόσα...
Αλλά τότε ο Γέροντας γύρισε προς το μέρος του, χτύπησε τη μαγκούρα που κρατούσε στο έδαφος, και του είπε έντονα:
- Εσύ τολμάς να μιλάς έτσι για τους παπάδες, πού πέθανε ο αδελφός σου και αδίκησες την οικογένεια του;
Ό άνθρωπος ταράχτηκε, κοκκίνισε, δεν άνοιξε πάλι το στόμα του και βγαίνοντας άπ' το Μοναστήρι πήγε στην πηγή με το κρύο νερό πού τρέχει και δροσίζει τους περαστικούς, για να βρέξει το πρόσωπο του και να συνέλθει...
Στο μεταξύ, ο Γέροντας πλησίασε κάποιον άλλον επισκέπτη, τον αγκάλιασε και του είπε:
-Εσύ είσαι καλός άνθρωπος. Έλα όμως να σου πω κάτι, να το διορθώσεις. Και τον πήρε παράμερα και τον συμβούλεψε...
11) Πήγε ο Γέροντας σε κάποιο Μοναστήρι μ' ένα νέο ιερέα, πνευματικό του παιδί, για να προσκυνήσουν.
Στο αρχονταρίκι πού κάθισαν, υπήρχε μία παλιά φωτογραφία μοναχών της Μονής.
Την ώρα πού έπιναν τον καφέ έπιασε τη φωτογραφία και του είπε στο αυτί, δείχνοντας ένα μοναχό από τους 20 περίπου πού εικονίζονταν:
-Τους βλέπεις όλους; Μόνο αυτός σώθηκε...
12) Ένας άνδρας έκανε στη γυναίκα του για κάποια περίοδο μια ιδιαίτερη γκριμάτσα, κοροϊδευτική, πού πολλές φορές μετά το ξεχνούσε. Φθάνοντας μια μέρα στο Μοναστήρι, πήγε μπροστά του ο Γέροντας και άρχισε συνέχεια να του κάνει την ίδια γκριμάτσα, την οποία έκανε αυτός στη γυναίκα του.
- Σου αρέσει; τον ρώτησε μετά γελώντας.
13) Το 1990, στη διάρκεια μιας Θείας Λειτουργίας ζήτησε από ένα πνευματικό του παιδί πού τον είχε επισκεφθεί στο Μοναστήρι να διαβάσει κατά την ώρα της Προθέσεως τα ονόματα των ανθρώπων, τους οποίους ο συγκεκριμένος νέος (μετέπειτα κληρικός) είχε φέρει να διαβαστούν και ευλογηθούν καί τους γνώριζε προσωπικά. Άρχισε, λοιπόν, αυτός να τα διαβάζει...
Μόλις όμως έφτασε σε μια οικογένεια πού είχε 4 παιδιά και περνούσε δυσκολίες, ο Γέροντας, χωρίς κανείς να τον έχει πληροφορήσει σχετικά, είπε ξαφνικά:
- Τώρα εδώ σταματάμε. Αυτός ο πατέρας και αυτή ή μάνα έχουν μεγάλη ανάγκη. Πρέπει να κάνουμε πολλή προσευχή. 'Ά, μεγάλη ανάγκη εδώ!
14) Μια φορά, ένας νέος επιστήμονας έδωσε χρήματα από τον μισθό του, πού μόλις είχε πάρει, σε κάποιον ο όποιος είχε ανάγκη. Δεν είπε πουθενά το παραμικρό για την ενέργεια του και ξεκίνησε για το Μοναστήρι. Εκεί ο Γέροντας, μόλις τον είδε, του είπε:
- Αυτά πού έδωσες, ή Παναγία θα στα δώσει πίσω. Ή Παναγία χαίρεται και ότι δίνεις θα στο επιστρέφει. Αυτό να ξέρεις στη ζωή σου.
Και πράγματι, το ίδιο ακριβώς ποσόν πού είχε προσφέρει ο άνθρωπος το έλαβε πίσω μετά από δύο μέρες μ' έναν εντελώς αναπάντεχο τρόπο από ένα «τυχαίο» κέρδος...
15) Όταν νοσηλευόταν στον «Ευαγγελισμό», ένα πρωί ή νοσηλεύτρια του έφερε τα φάρμακα του. Όμως εκείνος έβρισκε αφορμή Και καθυστερούσε να τα πάρει. Δεν έδειχνε απροθυμία, αλλά με γλυκό τρόπο το απέφευγε.
Αφού πέρασε μισή ώρα περίπου, έφθασε ή ίδια νοσηλεύτρια σε κατάσταση πανικού Και ρώτησε το πνευματικό του παιδί, το όποιο βοηθούσε τον Γέροντα, αν πήρε τα χάπια του. Όταν πήρε αρνητική απάντηση, είπε ανακουφισμένη:
- Ευτυχώς, γιατί ήταν άλλου ασθενούς. Έκανα λάθος και αυτά πού του είχα φέρει ήταν βαριά φάρμακα. Τους έδωσε τα δικά του, και αυτή τη φορά ο Γέροντας τα πήρε αμέσως, χωρίς να φέρει εμπόδιο...
16) Κάποια φορά, εξηγούσε σε μια συντροφιά το σημείο στο κατά Λουκά Ευαγγέλιο, όπου αναφέρει ότι «είναι αδύνατον, μέσα στον διεφθαρμένο και πονηρό αυτό κόσμο, να μην έρθουν τα σκάνδαλα και οι πειρασμοί». Με το πού το άκουσε αυτό ένα πνευματικό του παιδί, τού γεννήθηκε στο μυαλό ή απορία «γιατί είναι ανάγκη να έρθουν τα σκάνδαλα;». Και μάλιστα τόσο έντονα το σκεφτόταν, ώστε έπαψε να παρακολουθεί την εξήγηση του Ευαγγελίου. Άλλα τότε ο Γέροντας σταμάτησε ξαφνικά τον λόγο, γύρισε προς το μέρος του και του είπε με έμφαση, αφού είχε διαβάσει τη σκέψη του:
- Είναι ανάγκη να έρθουν τα σκάνδαλα γι' αυτούς καί γι΄ αυτούς τούς λόγους...
Τους οποίους λόγους εξήγησε, λύνοντας έτσι την απορία του, Και μετά συνέχισε την ερμηνεία του Ευαγγελίου.
17) Στο ίδιο Μοναστήρι, λίγο νωρίτερα είχαν συναντήσει την ώρα πού πήγαν να μπουν έναν άντρα γύρω στα 65 με 70, ο οποίος με το πού τον είδε του είπε:
- Την ευχή σου, Γέροντα.
- Εσύ τι κάνεις, τι είσαι εσύ εδώ; γύρισε αμέσως και τον ρώτησε.
- Εγώ βοηθάω το Μοναστήρι και μένω εδώ, αλλά δεν είμαι μοναχός.
- Όχι, να γίνεις μοναχός. Να βάλεις το ράσο, για να σωθείς.
- Γέροντα, εγώ τι να σωθώ; Εντάξει είμαι εδώ πέρα, βοηθάω τουςΠατέρες κ.λπ.
- Ακούς τι σου λέω; Να βάλεις το ράσο σου, να μπεις στο Μοναστήρι, για να σωθείς.
-Έ, τι να βάλω εγώ σε τέτοια ηλικία; επέμενε ο άλλος.
Όποτε τον πλησίασε και του είπε κάνοντας μιά χαρακτηριστική κίνηση με την παλάμη του, καί βάζοντάς την στον λαιμό του:
- Δεν μου λες, πόσους έσφαξες στην Κατοχή;
Ό άλλος κοκάλωσε. Άρχισε ν' αλλάζει χρώματα. Έσκυψε το κεφάλι και ίσα πού μπόρεσε ν' αρθρώσει:
- Καλά, Γέροντα, ευλόγησαν.
Μετά πήγε πίσω από τον ιερέα πού συνόδευε τον Γέροντα και κάποια στιγμή τον ρώτησε με αγωνία:
- Ποιός είναι αυτός;
- Άστο τώρα. Κάνε ό,τι σου είπε και άστο. Μη μιλάς καθόλου, του είπε εκείνος.